? ??????????????DC? ????? ?? ???Rating: 4.2 (479 Ratings)??12 Grabs Today. 22066 Total Grabs. ??????Previe
w?? | ??Get the Code?? ?? ?????Blue Skull? ????? ?? ???Rating: 4.7 (24 Ratings)??11 Grabs Today. 9261 Total Grabs. ??????Preview?? | ??Get the Code?? ?? ???????????? ????Easy Install BLOGGER TEMPLATES AND TWITTER BACKGROUNDS ?

Παρασκευή 30 Οκτωβρίου 2009

50. Επίλογος: Υπάρχει συναίσθημα στο χάος;

Το ημίφως των κεριών, χόρευε ανέμελα μαζί με την απόγνωση και τις σκιές του δωματίου, καθώς τα δάχτυλα του Μιχάλη σάρωναν το πληκτρολόγιο.


«Αγαπητέ αυτοαποκαλούμενε Μέγα Μαέστρο.

Δεν έχω καμία απολύτως διάθεση να σε συναντήσω προσωπικά εσένα ή οποιονδήποτε εκπρόσωπο του Νέου Τάγματος της Τίαματ, παρά τις πιεστικές ικεσίες και την ανυπόστατη αξία που αποδίδετε στο πρόσωπό μου. Έχω ξεκαθαρίσει ότι ο ρόλος μου στη μάχη της κόλασης υπήρξε καθαρά συμβουλευτικός και η έκβαση που είχε στα όσα με αφορούν, με οδηγεί στο να επιθυμώ να τον διαγράψω από τη μνήμη μου, όπως θα επιθυμούσα να κάνετε και εσείς, που δεν με γνωρίζετε ούτε στο ελάχιστο, παρά τα όσα διακηρύσσετε στα μέλη σας.

Αμφιβάλλω αν καταφέρω να λύσω τις αναρίθμητες απορίες σας σε αυτό το mail, αλλά ειλικρινά, δεν με ενδιαφέρει. Θέλω μονάχα να σας πω την άποψή που έχω διαμορφώσει σχετικά με ορισμένα θέματα και έπειτα να σωπάσω για πάντα. Ξεκινάω με την εντελώς προσωπική μου εικασία ότι τα γεγονότα της μάχης θα επαναληφθούν στο απώτερο μέλλον. Ενδεχομένως να μην έχουν την ίδια μορφή τότε, αλλά αν αναλογιστούμε τη σχέση αγάπης και μίσους που συνδέει τους δύο αδίστακτους θεούς, μπορούμε εύλογα να οδηγηθούμε σε ένα τέτοιο συμπέρασμα.

Ο τρόπος με τον οποίο εμείς οι άνθρωποι καπηλευόμαστε την ελεύθερη βούληση, μου προκαλεί γέλιο. Η «Παγκόσμια Οργάνωση Προλεταρίων», φρόντισε να αποκαλύψει το πραγματικό της πρόσωπο, αμέσως μετά την εδραίωση της φήμης της. Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για κάποιους κερατάδες –συγχωρέστε με την έκφραση- που αφού πρώτα εκτόπισαν τις παλιές κυβερνήσεις στο όνομα της ελευθερίας, άρχισαν να παρουσιάζουν τα πρώτα δείγματα απολυταρχισμού. Το «Τάγμα της Ελεύθερης Βούλησης» από την άλλη, αποτελείται από κερδοσκόπους που πλουτίζουν σε βάρος του κοσμάκη διακηρύσσοντας την ελεύθερη βούληση σαν να πρόκειται για κάποιο δόγμα, παρά το γεγονός ότι το ίδιο το σύμβολο που την εκπροσώπησε, έχει δηλώσει ρητά ότι η ιδέα αυτή αντίκειται στον δογματισμό περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη. Η βεντέτα που έχει ξεσπάσει μεταξύ των οργανώσεων αυτών, αποδεικνύει περίτρανα το χαμηλό επίπεδο της περιορισμένης αντίληψης που έχουν οι άνθρωποι. Βγάζω τον εαυτό μου απέξω, γιατί προσωπικά τον θεωρώ κατώτερο κι από άνθρωπο και κατ’ επέκταση πιστεύω ότι έχω το δικαίωμα να κρίνω ως παρατηρητής τη συμπεριφορά που παρουσιάζει το συγκεκριμένο είδος θηλαστικών».




Οι τεράστιοι κρατήρες που έχασκαν στο έδαφος σαν πληγές που θα έμεναν για πάντα ανοιχτές μετά το ολέθριο ξέσπασμα του χάους, ασχήμαιναν σε μεγάλο βαθμό την Marne-la-Vallée στο Παρίσι. Ακόμη όμως παρέμεινε αλώβητη εντός της, να θριαμβεύει με το χαρούμενο μεγαλείο της η ευρωπαϊκή Disneyland. Ο κόσμος κατέφευγε ακόμη σε αυτή προκειμένου να διασκεδάσει, μια επιθυμία που έμοιαζε πολύ πιο αναγκαία κατά τις μέρες εκείνες που ο πλανήτης συνταράσσονταν από ραγδαίες πολιτικές ανακατατάξεις.

Κάπου μέσα στο πλήθος του κόσμου που ξεχνιότανε ανέμελα με συντροφιά τον μασκαρεμένο Μίκυ και την τρελοπαρέα του και συγκεκριμένα στη συνοικία του πάρκου που αποκαλείται Fantasyland, η μικρή Εύα έβγαινε μέσα από το κάστρο της ωραίας κοιμωμένης χαμογελώντας με ενθουσιασμό για τα όσα αντίκρισαν εντός του τα παιδικά της μάτια. Δίπλα της, η Αλίκη έδειχνε να συμμερίζεται και εκείνη το κέφι της, παρά την εγκράτεια που χαρακτηρίζει τα μυαλά των μεγάλων.

«Σέλω να πάμε και στου Πήτελ Πάν», δήλωσε. «Σα μου αλέσει και κει. Και σένα σα σου αλέσει».

«Μα έχουμε γυρίσει σχεδόν το μισό πάρκο, βρε πουλάκι μου», διαμαρτυρήθηκε η Αλίκη. «Τόσες μέρες ακόμη θα είμαστε εδώ. Δεν είναι δυνατόν να τα δούμε όλα σήμερα. Άσε κάτι και για αύριο».

«Εγώ όμως σέλω!», φώναξε η μικρή χοροπηδώντας απαιτητικά.

«Έχε χάρη που η νέα σου μαμά, φημίζεται για την ενέργεια που κρύβει μέσα της», δήλωσε η Αλίκη, κλείνοντάς της το μάτι. «Λοιπόν, τώρα θα κάτσεις να χαζέψεις τους κλόουν και εγώ θα επιστρέψω σε πέντε λεπτά. Αν είσαι καλό κορίτσι και δε φύγεις από δω, τότε υπόσχομαι ότι θα πάμε και στου Πήτερ Παν».

«Μην αλγησεις όμως», είπε ανυπόμονα η Εύα.

«Όχι πουλάκι μου», υποσχέθηκε η Αλίκη. «Σπάνια αργώ σε κάτι τέτοια».

Λίγο πιο πέρα, τρεις μυστηριώδεις άνθρωποι που φορούσαν μαύρα κοστούμια και γυαλιά ηλίου, έδειχναν εντελώς αποκομμένοι από τη ζωηρή ατμόσφαιρα που επικρατούσε γύρω τους. Ο λόγος της επίσκεψής τους στο πάρκο, διέφερε κατά πολύ από αυτούς που είχαν οι ανυποψίαστοι τουρίστες. Ένας από αυτούς κρατούσε μια μαύρη βαλίτσα. Είχαν λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να φέρουν την αποστολή τους εις πέρας επιτυχώς. Εκείνες τις στιγμές όμως, ένιωσαν ότι ήταν από τις σπάνιες εκείνες περιπτώσεις της καριέρας τους, που μια τόσο εύκολη αποστολή άρχισε να τους δυσκολεύει.

«Mon dieu», διαπίστωσε έκπληκτος ένας από αυτούς. «Τις χάσαμε. Απορώ πώς καταφέραμε ενώ είμαστε τρεις, να τη πατήσουμε έτσι. Ομολογώ ότι νιώθω άσχημα για τις επιδώσεις μας»

Οι άλλοι δύο, κούνησαν το κεφάλι τους καταφατικά σαν να δήλωναν ότι συμμερίζονταν πλήρως το συναίσθημά του. Τότε ακούστηκε μια γυναικεία φωνή από πίσω τους, που τους έκανε να στραφούνε έκπληκτοι προς το μέρος της.

«Η αλήθεια είναι ότι θέλετε πολύ δουλειά ακόμη».

Η Αλίκη τους κοιτούσε επιβλητικά έχοντας το χέρι της ακουμπισμένο σε έναν από τους πολλούς τοίχους του παραμυθένιου κάστρου. «Έχετε καταντήσει κάπως ενοχλητικοί με το να νομίζετε ότι με παρακολουθείτε, ενώ στην ουσία κοροϊδεύετε τους εαυτούς σας».

«Ω μαντάμ Κομνηνού!», είπε ο ομιλητικός από τους μαυροντυμένους, με τη γαλλική του προφορά. «Μας αντιληφθήκατε. Έχουν βάση λοιπόν τα όσα μάθαμε για σας».

«Δεν είστε όμως καλά πληροφορημένοι, γιατί πλέον ονομάζομαι Ελευθερίου. Η Κομνηνού μας έχει αφήσει χρόνους εδώ και καιρό». Έπειτα τους πλησίασε έχοντας πάρει το βλέμμα ενός δηλητηριώδους ερπετού. «Αν υπάρχει κάποιος λόγος να με ενοχλείτε ενώ διασκεδάζω με την μικρή μου, καλά θα κάνετε να τον ξεφουρνίσετε, πριν αρχίσω να υιοθετώ τις μεθόδους σας. Και σας πληροφορώ ότι θα μπλέξετε άσχημα, έτσι και το κάνω».

Ένας από αυτούς που μέχρι εκείνη τη στιγμή σιωπούσε, αποφάσισε να περάσει κατευθείαν στο ψητό.

«Είμαστε από την Παγκόσμια Οργάνωση Προλεταρίων. Θα χρειαστούμε τη συνεργασία σας».

«Αλήθεια;», ρώτησε με σαρκασμό η Αλίκη. «Και ποιος σας είπε ότι σκοπεύω να σας τη παρέχω;». Ο τρίτος από τους τρεις, έφερε τη βαλίτσα του μπροστά στο πρόσωπό της και την άνοιξε, αποκαλύπτοντας τις αναρύθμιτες δεσμίδες από νομίσματα των εκατό ευρώ που αποτελούσαν το περιεχόμενο της.

Η Αλίκη δεν θαμπώθηκε καθόλου από τη θέα τους. Απλώς έδειξε να προβληματίζεται για λίγο.

«Τον βγάζουμε δεν τον βγάζουμε τον χειμώνα με αυτά», κατέληξε.

«Είναι απλώς η προκαταβολή», διαβεβαίωσε ο ομιλητικός. «Το πρόσωπο που μας μίλησε σχετικά με τις επιτυχίες σας στην υπόθεση του “μαύρου βέλου”, εγγυήθηκε για σας και για τις ξεχωριστές σας ικανότητες».

«Σε τι μπορώ να σας φανώ χρήσιμη, λοιπόν;»

Ο μυστηριώδης συνομιλητής της έβγαλε από την τσέπη του μια φωτογραφία. Απεικόνιζε έναν άνθρωπο γύρω στα πενήντα πέντε με διαπεραστικό και αγέρωχο βλέμμα.

«Σε περίπτωση που δε το γνωρίζετε, αυτός είναι ο Τζον Λόκγουντ. Ο Μέγας Αρχιερέας του Τάγματος της Ελεύθερης Βούλησης. Η περίπτωσή του έχει αρχίσει να μας απασχολεί ιδιαίτερα τελευταία, καθώς η ισχύς που έχει αποκτήσει αποτελεί εμπόδιο για τους στόχους της οργάνωσής μας. Βέβαια από την άλλη, τα πολλά μέτρα που έχει πάρει για την προσωπική του ασφάλεια λειτουργούν κάπως αποτρεπτικά για μας οπότε…»

«Κατάλαβα», είπε η Αλίκη. «Θα τα συζητήσουμε αυτά κάποια στιγμή πιο αναλυτικά, γιατί τώρα έχω αφήσει το παιδί και περιμένει. Προς το παρόν, μία είναι η απορία που θέλω να μου λύσετε: Τον θέλετε ολόκληρο ή σε φέτες;»




Ο Μιχάλης συνέχιζε να συντάσσει το mail του σκυθρωπός.

«Σχετικά με τα όσα με ρωτάτε για τον Λούσιφερ: Έλεος! Το έχω ξεκαθαρίσει ότι δεν έχω έρθει σε επικοινωνία μαζί του, παρά μόνο μια φορά στο τηλέφωνο που πήρε να μου ευχηθεί για την ονομαστική μου εορτή. Δε γνωρίζω ούτε που διαμένει, ούτε αν έχει αλλάξει όνομα ή εμφάνιση. Επίσης δε τα κατάφερε να με παρηγορήσει, παρόλο που το προσπάθησε Ίσως κάποτε να τον πετύχω κατά τύχη μαζί με τη γκόμενά του. Σίγουρα θα έχουμε να πούμε πολλά, αλλά προς το παρόν επιθυμώ να είμαι μόνος και να μην έχω επαφή με κανέναν. Φαντάζομαι ότι και εκείνος επιθυμεί πλέον να ζήσει μια ήσυχη ζωή σαν άνθρωπος, μακριά από τη δημοσιότητα και από τη βλακεία του κόσμου που άστοχα κατά τη γνώμη μου επέλεξε να ορίσει ως το νέο του σπίτι. Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να σας θέσω ένα προβληματισμό: Το σύμβολο της ελεύθερης βούλησης, εκθρόνισε μια θεά στρέφοντας εναντίον της τους δικούς της. Όταν αντιλήφθηκε οτι δε του βγήκε σε καλό, κατέστρωσε ένα ολόκληρο σχέδιο για να την επαναφέρει στη ζωή. Με τον τρόπο αυτό, οδήγησε ουσιαστικά 5 δισεκατομμύρια θνητούς στον θάνατο και σχεδόν ολόκληρο τον στρατό του, ο οποίος τον ακολουθούσε σαν να αποτελούνταν από πρόβατα. Και όλα αυτά γιατί; Για να ορθώσει το ανάστημά του στον πατέρα του και να γίνει άνθρωπος. Και μάλιστα, σύμφωνα με τις δηλώσεις του, όταν πεθάνει θα ξαναγεννηθεί ως άγγελος. Αλήθεια, η θεά του χάους γιατί δεν είχε αυτή τη δυνατότητα; Επιτρέψτε μου να έχω μια διαφορετική άποψη σχετικά με την έννοια της ελεύθερης βούλησης, αλλά ίσως να οφείλεται στο γεγονός ότι είμαι θνητός και αντιλαμβάνομαι την έννοια αυτή με θνητούς όρους. Γιατί όμως έχω την εντύπωση ότι πολλοί θνητοί ηγέτες την έχουν χρησιμοποιήσει κατά καιρούς με παρόμοια αποτελέσματα; Πρόκειται για μια υπερβατική αντίληψη, ή για "μια από τα ίδια";».



Το φθινοπωρινό αεράκι έκανε τα κίτρινα φύλλα να παραδίδονται σε έναν τρελό χορό, καθώς δύο κοπέλες έβγαιναν από το ΤΕΙ νοσηλευτικής κρατώντας τα βιβλία τους.

«Ότι θα χάναμε ολόκληρο εξάμηνο επειδή θα πλακώνονταν η κόλαση πάνω στο κόσμο, δε το έχω δει ούτε στα πιο τρελά μου όνειρα», είπε η Σοφία.

Η Μαρίνα, της χαμογέλασε αινιγματικά. «Άτιμο πράγμα τα όνειρα, Σοφία μου», παραδέχτηκε. «Όταν όμως ζωντανεύουν, και παύουν να είναι πια εφιάλτες, τότε είναι που λες ότι αξίζει η ταλαιπωρία».

«Το ‘πιασα το υπονοούμενο», είπε η Σοφία. «Μιλάς για το νέο σου αγόρι, τον Σαμ. Αληθεύει αυτό που έχει κυκλοφορήσει ότι θα την κάνεις για ένα χρόνο επειδή αποφάσισες να γυρίσεις όλο τον κόσμο μαζί του;».

«Βλέπω δε σου ξεφεύγουν κάτι τέτοια εσένα», απάντησε η Μαρίνα κοιτάζοντας τη φίλη της λοξά. «Αλήθεια είναι, Σοφία μου. Δεν είναι μόνο επιθυμία του Σαμ, αλλά και δική μου. Μαζί το αποφασίσαμε. Ο γύρος του κόσμου με μία μοτοσικλέτα».

«Πλάκα κάνεις», είπε η Σοφία έκπληκτη. «Λοιπόν, αυτόν τον Σαμ πολύ θέλω να τον γνωρίσω από κοντά. Που το πέτυχες τέτοιο λαχείο; Αλλά βρε παιδί μου, όλα αυτά θα τα κάνετε με μία μοτοσικλέτα; Είσαι τρελή;»

«Κάποτε το πίστευα και το θεωρούσα πρόβλημα. Αλλά η μοίρα πολλές φορές μας προορίζει για πράγματα που ούτε φανταζόμασταν ποτέ ότι θα βρούμε μπροστά μας. Σήμερα, νιώθω ευτυχισμένη που η λογική πάει περίπατο καμιά φορά».

«Έχεις χαζέψει μου φαίνεται με αυτόν τον Σάμ και μου τα λες περίεργα», είπε η Σοφία. «Αλλά σε ζηλεύω βρε φιλενάδα. Μακάρι κι εγώ να γύρναγα τον κόσμο. Αλλά δεν έχω βρει ακόμη τον πρίγκιπα του παραμυθιού για να με ψήσει να το κάνω. Εσύ, κάτι μου λέει ότι τον βρήκες».

«Τον βρήκα», παραδέχτηκε η Μαρίνα. «Για την ακρίβεια, αυτός με βρήκε. Και μπορώ να σου εγγυηθώ ότι δεν είναι όπως τον φανταζόμουνα».

Τότε τον είδε να προβάλλει στο βάθος του δρόμου, καβάλα στη μοτοσικλέτα του και φορώντας το κράνος του που έκρυβε αποτελεσματικά τα ανδρόγυνα και πανέμορφα χαρακτηριστικά του. Έρχονταν να τη πάρει μαζί του και να χαθούνε για ακόμη μία φορά μαζί στον κόσμο που χρωμάτιζε η αγάπη τους.

«Είναι κάτι πολύ παραπάνω από αυτό», πρόσθεσε η Μαρίνα νοιώθοντας να ασφυκτιά από μια ευτυχία που κάποτε θεωρούσε ότι αποτελεί ένα ελπιδοφόρο ψέμα.




Το απολειφάδι που κάποτε είχε όνομα και λέγονταν Μιχάλης Λαδόπουλος, συνέχιζε να πληκτρολογεί μέσα στο θολό φως του δωματίου του.

«Έχω τονίσει επανειλημμένα ότι υπάρχει κάποιος πολύ πιο αρμόδιος από μένα για φιλοσοφικές αναλύσεις και ονομάζεται Λαέρτης Κομνηνός. Αυτό τον καιρό έχει καταφέρει να ανασυντάξει το Τάγμα του Σταυρού του Ρόδου και να κερδίσει επάξια τον τίτλο του Διδάσκαλου, ως αμοιβή για την προσφορά του στον πόλεμο της κόλασης. Αξίζει να σημειωθεί ότι χάρις τον Λαέρτη, το Τάγμα πλέον έχει ενσωματώσει και την κουλτούρα του χάος στη φιλοσοφία που το διέπει και γενικά έχει αλλάξει αρκετά κατεύθυνση. Ο νέος Προκαθήμενος βασίζεται πολύ στον Λαέρτη και όλα δείχνουν ότι κάποια στιγμή θα τον χρήσει διάδοχό του. Πρόκειται για Τάγμα που ποτέ δεν αποσκοπούσε στη κερδοσκοπία και στην επιβολή εξουσίας όπως μερικά άλλα συμπεριλαμβανομένου και του δικού σας –επιτρέψτε μου να έχω άποψη- και που σε αντίθεση με μένα, μπορεί να σας ενημερώσει πιο αντικειμενικά για θέματα που άπτονται του χάους.

Ο Λαέρτης, είναι ο καλύτερός μου φίλος, παρόλο που κατόπιν σκέψεως έχω καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ουδέποτε είχα πραγματικούς φίλους πριν γνωρίσω αυτόν. Αυτό βέβαια δεν αποτέλεσε εμπόδιο στο να κόψω κάθε επαφή και μαζί του, δεδομένου ότι δεν επιθυμώ να συναναστρέφομαι πια με κανέναν».



Ο Λαέρτης επέστρεψε σπίτι του αργά κρατώντας στο ένα χέρι του μια σαμπάνια και στο άλλο ένα μάτσο φθαρμένων από το χρόνο παπύρους. Δεν άναψε τα φώτα, παρά μόνο δύο κεριά να φέγγουν στο μεγάλο τραπέζι του σαλονιού του. Γύρω από αυτά, απλώνονταν αδειανό το ακριβότερό σερβίτσιο, έτοιμο να υποδεχτεί τη σπεσιαλιτέ που είχε μαγειρέψει το απόγευμα εκείνο με τα χεράκια του και που φρόντισε να γίνει ξεχωριστή, όπως αναμένονταν να είναι και η νύχτα που θα ακολουθούσε. Άνοιξε ένα από τα συρτάρια της βιβλιοθήκης του και έβγαλε τον πάπυρο που τον ενδιέφερε. Απήγγειλε την επίκληση φωναχτά. Έπειτα κάθισε στον καναπέ του και άρχισε να αφουγκράζεται το σκοτάδι.

Ήταν μόλις λίγα λεπτά αργότερα, που η θερμοκρασία του δωματίου άρχισε να πέφτει κατακόρυφα και η φλόγα των μοναδικών κεριών που το φώτιζαν, να πάλλεται από ένα ανεπαίσθητο αεράκι. Κοντά στη μπαλκονόπορτα, οι σκιές που σχημάτιζαν οι κουρτίνες, άρχιζαν να μορφοποιούνται, αργά και σταθερά.

Με μιας, το ψύχος δυνάμωσε απότομα, κάνοντας την καρδιά του να σταματήσει να χτυπάει για λίγο. Το ίδιο απότομα έσβησε και η Άσταροθ αναδύθηκε από το σκοτάδι μέσα στο οποίο κατοικούσε. Είχε τόσο καιρό να τη δει κι όμως δεν είχε αλλάξει καθόλου.

Για λίγο έμειναν να κοιτάζονται σιωπηλοί και να μιλάνε μονάχα με τις ψυχές τους. Το διάστημα που μεσολάβησε από τη τελευταία φορά που είχαν ανταμώσει, ήταν αρκετό ώστε διυλίζει ανεπιθύμητα το αμοιβαίο πάθος τους.

«Έφερες τα πνακοτικά χειρόγραφα;», ρώτησε τελικά η Λούσι.

Ο Λαέρτης της έδειξε τους παπύρους που βρίσκονταν στοιβαγμένοι στον πάγκο δίπλα στο τραπέζι. Ήταν ό,τι είχε απομείνει πια από την κατεστραμμένη Στοά του Σολόμωντα και τον δυσκόλεψαν αρκετά στο να τους εντοπίσει και να τους εξασφαλίσει.

«Ωραία», είπε με μια παγωμένη ικανοποίηση η Λούσι. «Τώρα μπορώ να σου δώσω ελεύθερα την αμοιβή σου».

Ο Λαέρτης την πλησίασε και την αγκάλιασε σφιχτά, σαν να διψούσε γι’ αυτή.
«Μου έλειψες», παραδέχτηκε.

Τον αγκάλιασε κι εκείνη.

«Δεν μπορώ να πω το αντίθετο για μένα», του είπε.

«Μίλησε μου για το νέο ρόλο σου δίπλα στη βασίλισσα σου», τη παρακίνησε ανυπόμονος ο Λαέρτης. «Είναι δύσκολο το έργο σου;»

«Παραδόξως, είναι πολύ πιο εύκολο απ’ ότι πίστευα. Η βασίλισσα είναι υπάκουη και λαμβάνει πολύ σοβαρά υπόψη της την γνώμη μου σε θέματα διακυβέρνησης. Δεν έχει αλλάξει ο ρόλος μου σημαντικά. Υπάρχουν ακόμη και αποστολές που μου αναθέτει, όπως έκανε παλιά. Γενικά είμαι πολύ ευχαριστημένη δίπλα της. Μπορώ να πω ότι κοντά της αισθάνομαι πλήρης».

«Λογικό και αναμενόμενο», παραδέχτηκε ο Λαέρτης.

Η Λούσι τον κοίταξε στα μάτια. «Άραγε το διάστημα που μεσολάβησε, σου έδωσε την ευκαιρία να σκεφτείς κάποια πράγματα;».

«Ναι. Κατάλαβα αυτό που ήξερες πριν από μένα χάρις την ανώτερη σοφία που σε χαρακτηρίζει. Σε ευχαριστώ που δε μου το είπες τότε. Ίσως αντιδρούσα κάπως παρορμητικά».

«Γνωρίζω πολλά για τους θνητούς άντρες και το γεγονός ότι είσαι ξεχωριστός για μένα δε σε διαφοροποιεί από το μέσο όρο σε ορισμένα θέματα».

«Καταλαβαίνω. Θέλεις να σε ενημερώσω σχετικά με οτιδήποτε;»

«Ναι. Θα ήθελα να γνωρίζω αν ο Μιχάλης έχει μάθει για την απόφαση της βασίλισσας».

Ο Λαέρτης χαμογέλασε με νόημα. «Ο Μιχάλης επέλεξε να κόψει κάθε επαφή μαζί μου και να απομονωθεί. Όταν έμαθα τι συνέβη, δεν κατάφερα να του το μεταφέρω . Αναγκαστικά λοιπόν, θα πρέπει να το ανακαλύψει μόνος του».

Η Λούσι χαμογέλασε ψυχρά. «Εσύ πώς τα πας; Γνωρίζω για τον τίτλο που κέρδισες και τα όσα έκανες για το Τάγμα σου όλο αυτό το διάστημα. Μήπως υπάρχει και κάτι άλλο που πρέπει γνωρίζω;»

Ο Λαέρτης, έμοιαζε να διστάζει να απαντήσει. Τελικά το τόλμησε.

«Ναι…. Υπάρχει κάτι. Έχω ανοίξει και πάλι το μαγαζί με τις αντίκες. Η νέα μου συνέταιρος, η Τασούλα, είναι παλιά συμμαθήτρια που τη ξέρω από το Λύκειο. Είχα πολλά χρόνια να τη δω και υπήρξαν κάποιες συμπτώσεις που μας έφεραν και πάλι κοντά».

«Βγαίνεις μαζί της;»

«Δυο φορές έχουμε βγει μόνο, αλλά σε γενικές γραμμές νιώθω καλά όταν βρίσκομαι μαζί της».

Η Λούσι κοίταξε για λίγο χαμηλά. «Χαίρομαι που ξαναφτιάχνεις τη ζωή σου», δήλωσε.

Ο Λαέρτης αναστέναξε κάπως περίλυπα, αλλά συνέχισε να χαμογελάει.

«Και γω χαίρομαι για σένα», είπε. «Και που είχα την τιμή να σε γνωρίσω όσο κανείς άλλος θνητός».

Ακολούθησαν και πάλι λίγες στιγμές σιωπής.

«Λοιπόν…», είπε η Λούσι τελικά. «Νομίζω ότι πρέπει να πηγαίνω. Απ’ ότι βλέπω ετοίμασες ένα ρομαντικό δείπνο για την Τασούλα και δε θέλω να σε καθυστερώ…»

«Α όχι», τη διέκοψε ο Λαέρτης. «Αυτό είναι για μας».

Το βλέμμα της Λούσι άστραψε στιγμιαία.

«Σκέφτηκες ότι ίσως να μη ξανασυναντηθούμε και έβαλες τα δυνατά σου για απόψε», διαπίστωσε με ψυχρό χαμόγελο.

«Ακριβώς», είπε ο Λαέρτης. «Άλλωστε και συ μου χρωστάς την αμοιβή μου για τα χειρόγραφα».

«Σε πληροφορώ ότι εκεί είναι που θα βάλω εγώ τα δυνατά μου».

Ο Λαέρτης πάτησε το κουμπί του στερεοφωνικού που είχε δίπλα του και αμέσως το δωμάτιο πλημμύρισε από τη μελωδία του «Por Una Cabeza». Έπειτα της έτεινε το χέρι του.

«Τι θα έλεγες να ξεκινήσουμε με έναν χορό;», τη ρώτησε.

Κάποτε η Λούσι είχε βασανίσει έναν θνητό, μόνο και μόνο για να της μάθει να χορεύει ταγκό. Ήταν ένας από τους λίγους χορούς των θνητών που άγγιζε τη παγωμένη ψυχή της.

Του έδωσε το χέρι της. «Γιατί όχι;», του απάντησε.

Οι σκιές τους άρχιζαν να στριφογυρίζουν ανέμελα μέσα στο δωμάτιο, καθώς το μαύρο φόρεμα της Λούσι κυμάτιζε στον αέρα του αποχωρισμού. Μία γλυκιά μελαγχολία άρχισε να ομορφαίνει τον χώρο που τους περιέβαλε καθώς και το άρωμα μιας βραδιάς που υπόσχονταν να τους μείνει αξέχαστη.

Ήταν η τελευταία τους βραδιά.




Στον κόσμο μας υπάρχουν άνθρωποι, που έχουν ήδη βιώσει μέσα τους τη συντριβή του ψυχικού τους θανάτου και το μόνο που τους μένει πια είναι να περιμένουνε με ανυπομονησία τον αντίστοιχο βιολογικό. Ένας από αυτούς ήταν ο Μιχάλης Λαδόπουλος, που εξακολουθούσε να συντάσσει την επιστολή του βυθισμένος στο σκοτάδι.

«Εφόσον λοιπόν έχετε γίνει ιδιαίτερα επίμονοι στο να αποκομίσετε από μένα κάποια άποψη για το χάος, θα σας πω δυο λόγια σχετικά με το πώς το βλέπω εγώ που το έχω ζήσει από κοντά, με την προϋπόθεση ότι δεν πρόκειται να ασχοληθώ ποτέ ξανά μαζί σας.

Το χάος αποτελεί μια ανεξιχνίαστη δύναμη του σύμπαντος, την οποία δε πρόκειται να αντιληφθούμε πλήρως, όσο κι αν προσπαθήσουμε. Αυτό που πρέπει να μετράει για μας, είναι μόνο οι εκδηλώσεις και οι εκφράσεις της δύναμης αυτής, οι οποίες κατά κανόνα είναι ζημιογόνες.

Είμαστε καταδικασμένοι αιώνια, να εστιάζουμε στη συμμετρία και στην σχολαστική οργάνωση του κόσμου, όσο κι αν μερικές φορές μας εκνευρίζει η μονοτονία της τάξης. Από μόνο του το χάος, είναι το ίδιο αδίστακτο με αυτή αλλά έχει και το επιπλέον προνόμιο να είναι ακατάληπτο.

Η θεά σας -η οποία το πρεσβεύει άψογα οφείλω να ομολογήσω- αδυνατεί να μας κατανοήσει όπως και εμείς αδυνατούμε να την κατανοήσουμε. Ο μόνος της προορισμός, είναι η καταστροφή των πάντων και οι διατάραξη της αρμονίας του σύμπαντος. Είναι ο απόλυτος ορισμός του κακού και θεωρώ ότι ο τίτλος του «διαβόλου», της ταιριάζει απόλυτα.

Η ανάγκη της για τάξη, αποτελεί απλώς μια δικαιολογία προκειμένου να αυξήσει τη δημοτικότητά της. Όσο εισπράττει φόβο και μίσος, γίνεται γλυκιά και χαριτωμένη. Όταν κατορθώνει να κερδίσει την εμπιστοσύνη του κόσμου, τότε αποκαλύπτει τον πραγματικό και αλαζονικό της εαυτό, χωρίς να λογαριάζει το πόσο μπορεί να πληγώσει τους ανθρώπους που τη βοήθησαν και που στάθηκαν στο πλευρό της.

Κατανοώ ότι τα όσα λέω ίσως σας απογοητεύσουν, αλλά όπως είπα και παραπάνω, δε μπορώ μετά από όσα έχω περάσει δίπλα της και την κατάληξη που είχε η συμβίωσή μας να είμαι αντικειμενικός. Έχω αντιληφθεί ότι είστε ενημερωμένοι και διαβασμένοι σχετικά με τον τρόπο που αναγεννήθηκε. Για τον λόγο αυτό, αηδιάζω με τον χαρακτηρισμό «εκλεκτός», που μου προσδίδετε ελαφρά τη καρδία. Υπήρξανε πολλοί εκλεκτοί κατά καιρούς που δεν ήτανε στυγνοί δολοφόνοι αθώων γυναικών, γι’ αυτό και τα επιτεύγματά τους αποτέλεσαν μια πολύτιμη κληρονομιά για τον κόσμο μας.

Το χάος, επέλεξε να αναγεννηθεί από έναν αδίστακτο εγκληματία που η παρουσία του στο κόσμο είναι το ίδιο ζημιογόνα με αυτό. Οι λόγοι που δεν μου επιτρέπουν να απαλλάξω τον κόσμο από τον εαυτό μου, δεν θεωρώ ότι αξίζουν τόσο ώστε να αναφερθούν δημόσια, πάντως πιστέψτε με δεν έχουν να κάνουν με το αν είμαι αρκετά δειλός για να το τολμήσω.

Η πρώτη μου ενέργεια όταν επέστρεψα στο σπίτι μου μετά τη μάχη της κόλασης, ήταν να ανοίξω την ντουλάπα στην οποία διατηρούσα το Σράνκεν, μήπως και βρω κάποια κατάλοιπα των αθώων γυναικών που κατασπάραξε προκειμένου να αναγεννηθεί η θεά σας. Η πρόθεσή μου τότε, ήταν να σκοτώσω το θεριό εγώ ο ίδιος, ή τουλάχιστον να πεθάνω πάνω στην προσπάθεια να το καταφέρω. Φανταστείτε την έκπληξή μου όταν βρήκα τη ντουλάπα να είναι σχεδόν άδεια. Το μόνο περιεχόμενό της, ήταν ένα μπουκέτο από Ίριδες στη βάση της. Πρόκειται για φυτά που υπεραγαπώ και που η θεά σας το γνωρίζει πολύ καλά.

Όπως γνωρίζει και για τις τουλίπες και τα χρυσάνθεμα που ένα πρωινό βρήκα να στολίζουν το τραπέζι μου, λες και εμφανίστηκαν από το πουθενά. Ή τα τριαντάφυλλα που βρήκα μια μέρα στον πάγκο της κουζίνας μου. Ή τις ανεμώνες που συχνά αντικρίζω τελευταία κάτω από το μαξιλάρι μου.

Αυτά κάνει που λέτε η θεά σας. Μου στέλνει λουλουδάκια. Γνωρίζει πολύ καλά ότι έχω αδυναμία στα φυτά, αλλά ουσιαστικά με κοροϊδεύει, γιατί τη ζωή μου –που εγώ ο ίδιος φρόντισα να καταστρέψω- δεν πρόκειται να μου τη δώσει πίσω ποτέ. Είχα την ευκαιρία να την κερδίσω ξανά στο πλευρό της και εκείνη το ήξερε από πρώτο χέρι. Γι’ αυτό και όταν ήρθε η ώρα, φρόντισε να μη μου δείξει κανένα έλεος και να με συντρίψει όπως μου άξιζε.

Να λοιπόν τι είναι αυτός που συντάσσει την παρούσα επιστολή. Ένα ακόμη συντρίμμι, από τα πολλά που άφησε πίσω της στον κόσμο μας η βασίλισσα της κόλασης. Η διαφορά του με τα άλλα, είναι ότι διαθέτει βούληση και μπορεί να υποφέρει αναλογιζόμενο τις πράξεις του.

Έχω εξασφαλίσει στο πανεπιστήμιο ένα προσωπικό εργαστήριο όπου μπορώ να καταφεύγω στις έρευνές μου ανενόχλητος και απαλλαγμένος από οποιαδήποτε άλλη παρουσία. Έχω καταργήσει το ρεύμα στο σπίτι μου γιατί το πολύ φώς μου είναι πια το ίδιο ανεπιθύμητο με τους ανθρώπους. Μερικές φορές το μήνα μονάχα, επισκέπτομαι το μεγάλο λούνα-παρκ όπου περιφέρομαι για λίγες ώρες, ζηλεύοντας την ευτυχία των όσων διασκεδάζουν εντός του. Μην απορείτε γιατί. Παράφρον είμαι και έχω δικαίωμα να κάνω ότι θέλω στον εαυτό μου.

Κλείνοντας, θέλω να συνοψίσω την άποψη που σχημάτισα για το χάος. Το χάος ήταν κάτι το οποίο πίστεψα ότι μπορεί να ερμηνευτεί με ανθρώπινους όρους και προσγειώθηκα απότομα, όταν διαπίστωσα ότι ο μόνος λόγος της ύπαρξής του είναι να πληγώνει όσους τόλμησαν να το λατρέψουν. Γιατί παρά τη γλυκιά και όμορφη όψη που έχει υιοθετήσει μέσα στους αιώνες, στην ουσία πρόκειται για μια κατάσταση απαλλαγμένη από κάθε συναίσθημα.

ΔΕΝ υπάρχει συναίσθημα στο χάος».

Ο Μιχάλης, πάτησε «αποστολή» και έκλεισε το λάπτοπ. Ένιωσε για λίγο τη κενότητα του σκοταδιού που αντανακλούσε αποτελεσματικά τη κενότητα της ίδιας του της ύπαρξης. Σφούγγιξε το ανεπιθύμητο δάκρυ που ενοχλούσε τόση ώρα το μάγουλό του και ξάπλωσε στο κρεβάτι του αποφασισμένος να χαζεύει τις σκιές του δωματίου του για πολύ ώρα.

Τότε χτύπησε το θυροτηλέφωνο. Ήταν κάτι που όποτε συνέβαινε αδιαφορούσε, ωστόσο ήταν ιδιαίτερα εκνευριστικό καθώς δε μπορούσε να το βγάλει από τη πρίζα όπως έκανε με το τηλέφωνό του. Άλλωστε δεν περίμενε και κανέναν εκείνες τις μέρες. Είχε ξεκαθαρίσει σε όσους τον γνώριζαν –έστω και με τον τρόπο του- ότι δεν επιθυμούσε καμία επίσκεψη.

Γιατί κανείς δεν μπορούσε να απαλύνει την οδύνη της διαπίστωσης ότι ήταν υποχρεωμένος να παραμένει ζωντανός.

Το θυροτηλέφωνο χτύπησε ξανά.

«Γαμώ την τρέλα σας», μουρμούρισε μέσα από τα δόντια του. Ήταν αποφασισμένος να το σηκώσει και να περιλούσει με όλες τις βρισιές του κόσμου αυτόν που τολμούσε να τον βγάλει από τη μοναξιά του. Διέσχισε τον σκοτεινό του διάδρομο, κοιτάζοντας τη συσκευή προς την οποία κατευθύνονταν με μίσος. Στιγμιαία του πέρασε από το μυαλό να τη σπάσει ώστε να μην τον ενοχλήσει ξανά. Κάτι τέτοιο όμως προϋπόθετε χρόνο και εκείνη τη στιγμή καλούνταν να απαντήσει στον ήχο της.

Ακούμπησε το χέρι του πάνω του και πήρε μια βαθιά ανάσα. Έπειτα το σήκωσε απρόθυμα και το ακούμπησε στο αφτί του.

«Παρακαλώ»

«Έλα Μιχάλη, εγώ είμαι η Μαίρη, άνοιξε»


ΤΕΛΟΣ










ΤΡΥΠΕΣ - Όλα τελικά ξαναγυρνάν σε μας


Δεν υπάρχει χαμένος καιρός δεν υπάρχει
οι ώρες που σκοτώνουμε επιζούν
ένας θεός εκβιαστής τις συγκεντρώνει
κι όμηρους τις κρατάει
ώσπου τα λύτρα που ζητάει από μας να πληρωθούν
Κι εμείς πληρώνουμε

Ολα τελικά, όλα
όλα τελικά ξαναγυρνάν σ' εμάς

Τα δάκρυα σαν στεγνώνουν
δεν πεθαίνουν, δεν πεθαίνουν
η θλίψη που σκορπάμε επιζεί
σε δίχτυα αόρατα νεράιδες τη μαζεύουν
και περιμένουν την επόμενη αφορμή
Που έτσι κι' αλλιώς θα 'ρθει

Ολα τελικά, όλα
όλα τελικά ξαναγυρνάν σ' εμάς

Οι χαμένοι φίλοι
κι οι χαμένοι εχθροί
τα παλιά παιχνίδια
κι η καινούρια σιωπή
Τα ταξίδια που ακυρώθηκαν
Τα γλέντια που αναβλήθηκαν
Οι ελπίδες που διαλύθηκαν
Τα λόγια που αγνοήθηκαν

Ολα τελικά, όλα
όλα τελικά ξαναγυρνάν σ' εμάς